Ο θυμός ορίζεται ως η συναισθηματική κατάσταση που ξεκινά από τον απλό εκνευρισμό και μπορεί να φτάσει έως την έντονη οργή, αλλά και τη μανία. Τα συναισθήματα μπορούν να κινητοποιήσουν το άτομο και να το κατευθύνουν ανάλογα, όσον αφορά μια κατάσταση ή ένα αντικείμενο. Ο θυμός μπορεί να έχει αιτίες καταστάσεις ή αντικείμενα που παρεμβάλλονται κα εμποδίζουν το άτομο να πετύχει τους σκοπούς του.
Ο θυμός έχει αντίκτυπο και στη σωματική κατάσταση του ατόμου και συγκεκριμένα η καρδιά χτυπά πιο δυνατά, η πίεση του αίματος αυξάνεται, τα επίπεδα της αδρεναλίνης αυξάνονται, αλλά και οι πιθανότητες για καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο. Υπέρταση, έλκη, αϋπνία, καρδιακές διαταραχές και εξάντληση μπορεί να προκαλέσει ο θυμός.
Σύμφωνα με έρευνες, ο θυμός δε φέρνει αλλαγή στο άτομο, παρά εντείνει την επιθυμία του να ελέγξει το άτομο που θυμώνει. Έτσι, όταν οι ενήλικες εκφράζουν έντονα το θυμό τους, αυτό μεταφέρεται και στα παιδιά με αποτέλεσμα να ακολουθούν αυτό τον τρόπο αντίδρασης και συμπεριφοράς.
Πρακτικά, όταν ένα άτομο επιλέγει το θυμό ως αντίδραση τότε αυτό του στερεί το δικαίωμα να είναι ο εαυτός του, αφού στην πραγματικότητα θα επιθυμούσε το άλλο άτομο να είναι και να συμπεριφέρεται σαν και αυτό για να μην καταφύγει στο θυμό. Έτσι, κάθε φορά που το άτομο θυμώνει, πληγώνεται περισσότερο, αφού καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να αλλάξει τους άλλους. Με αυτόν τον τρόπο, η διαχείριση του θυμού βοηθάει πρώτα τους ίδιους και μετά τους άλλους.
Η διαχείριση του θυμού βασίζεται στην αλλαγή του τρόπου σκέψης του ατόμου που θυμώνει. Για να αλλάξει τον τρόπο που σκέφτεται, το άτομο αναλύει τις σκέψεις του και τις αντιμετωπίζει με πιο λογικό τρόπο. Τα άτομα που θυμώνουν έχουν παράλογες προσδοκίες από τους άλλους, από τον εαυτό τους και από τον κόσμο γενικότερα. Αυτές οι παράλογες προσδοκίες και απαιτήσεις πρέπει να αντικαθιστώνται από λογικές.
Τα άτομα, αρχικά που προσπαθούν να διαχειριστούν το θυμό τους, πρέπει να συνειδητοποιήσουν την απαιτητική τους φύση και να μετατρέπουν τις προσδοκίες σε επιθυμίες. Δηλαδή αντί να λένε «απαιτώ» ή «πρέπει», να λένε «θα ήθελα» ή «θα προτιμούσα».
Παρατηρείται ότι τα άτομα που θυμώνουν περισσότερο έχουν την τάση να βιάζονται να βγάλουν συμπεράσματα και να «διαβάζουν» την σκέψη των άλλων. Τα άτομα αυτά μπορούν να αρχίσουν να αμφισβητούν τις σκέψεις τους και να συζητούν με τον άλλον προτού προβούν σε ανάλογες συμπεριφορές.
Για να διαχειριστεί ένα άτομο το θυμό του, πρέπει να κατανοήσει τι είναι αυτό που τον θυμώνει. Τα άτομα που ελέγχουν το θυμό τους σταματούν να προσπαθούν να αλλάξουν τους άλλους και αρχίζουν την προσπάθεια να αλλάξουν τον εαυτό τους. Αυτό δε σημαίνει ότι οι άλλοι είναι πάντα σωστοί ή δίκαιοι. Σημαίνει, όμως ότι τα άτομα που θυμώνουν έχουν καταλάβει ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να είναι όπως θέλει και να αλλάξει μόνο όταν το θελήσει ο ίδιος. Πολλοί είναι οι άνθρωποι που έχουν ξεσπάσματα θυμού και όσο και αν προσπαθούν, αδυνατούν να τα ελέγξουν. Γίνονται δηλαδή θύματα του ίδιου τους του θυμού.
Όσο και αν προσπαθούν τα άτομα που ξεσπούν σε θυμό να φανούν δυνατοί, στη πραγματικότητα αισθάνονται πολύ ευάλωτοι. Αυτός είναι και ο λόγος που επιλέγουν να αντιδρούν με θυμό. Ο θυμός είναι η κάλυψη της ανασφάλειας και της αδυναμίας τους.
Το άτομο για να διαχειριστεί το θυμό του, κατανοεί τη φύση των ανασφαλειών του και το λόγο που επιλέγει να εκφράζεται με θυμό και ίσως και με βία. Ένας άλλος αποτελεσματικός τρόπος ελέγχου του θυμού είναι η χαλάρωση. Η χαλάρωση αφορά στον έλεγχο των εσωτερικών αντιδράσεων του οργανισμού, τη μείωση των καρδιακών παλμών και την απομάκρυνση των άσχημων συναισθημάτων.
Όταν κάποιος είναι θυμωμένος, η σκέψη του μπορεί να γίνει υπερβολική. Έτσι, η αλλαγή της σκέψης, μπορεί να φανεί ιδιαίτερα αποτελεσματική. Τα άτομα που συνήθως απευθύνονται σε ειδικούς είναι αυτά που έχουν αρχίσει ήδη να εισπράττουν το κόστος της συμπεριφοράς τους, είτε σε προσωπικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο.
Παυλέτση-Στεφανή Αλεξάνδρα
BSc Ψυχολόγος ΕΚΠΑ, MSc Ιατρικής Αθηνών
Συνεργάτης κέντρου Ενσυναίσθηση Ελληνικού
Σχόλια